110 115 120 ἄμμες δ' οἱ μεγάλοι καὶ καρτεροί, οἱ σοφοὶ ἄνδρες, ་ α' Φάρμακον ἦλθε Βίων ποτὶ σὸν στόμα φαρμακοειδές. 109. καρτεροί, οἱ σοφοί] coni. Briggsius, καρτεροὶ σοφοὶ Vd., καρτεροὶ ἢ σοφοὶ Call., καρτερικοὶ σοφοὶ p. s. 6. 16. 18. 23. D. L. M. Y. Ald. Ald.". Iunt. 110. πρᾶτα] 18. 23. L. M. Αld., πρῶτα 6. 16. D. Y. Ald. Iunt. Call. ἀνάκοοι] 18. corr. 23. L. M. Call., ἀνακοσι 18. pr., ἀνάκοι Αld., ἀνάκρες Ald. Iunt., ἀνήκοες 6. 16. Υ., ἀνηκόες D. – κοίλη 6. D. Υ. 112. καὶ σ recisa in 23., καὶ om. Ald.". ὦν] coni. Wakefieldius, ἐν vulg. 114. πῶς δ'] τοῖς δ ̓ p. s. 6. 16. 18. D. L. M. Y. Ald. Iunt., ὃς δ ̓ primis literis recisis 23., δ' spatio ante relicto 11., οὐδ ̓ Αld., τώ δ' Call. Vulgo post φθονέοιμι colon, quod mutavi. 116. φαρμακοειδές] φάρμακον εἶδες 18. 23. D. L. M. Ald. Iunt. Call., φ. ἦδες 16. Y. Mor., φ. ᾔδες Ald., φ. ἠδὲς (6.?) 117. πῶς τευ τοῖς] Iunt., τοῖς τευ τοῖς Υ. pr., τίς τευ τοῖς 16. D. Y. corr. Call., τίς τευ sine τοῖς Αld., τίς τοῦ (τοῖς) 62., τίς τούτοις 65, τίς τουτοῖς 18. mg., τοιούτοις p. 18. 23. L. M. Ald.a. ποτέδραμε κοὐκ] 6. 16. D. Y. Call., πότ ̓ ἔδραμεν κοὐκ Ald. Iunt., ποκ' ἔδραμε (κούκ) p. s. 18. (in hoc πόκ), 110 115 120 ποκ ποκ ̓ ἔδραμε οὐκ M. Ald., ἔδραμεν οὐκ 23., πόκ ̓ ἔδραμεν· οὐκ L. 125 130 ὡς Ὀρφεὺς καταβὰς ποτὶ Τάρταρον, ὥς ποκ' Οδυσσεύς, trium literarum sequente D. δυνάμαν] 18. 23. L. M. Ald., δυνάμην 6. 16. pr. D. Y. Ald. Iunt. Call., δυναίμην 16. corr. 124. ἐς] 18. sup. Ald. Iunt. Call., els 6. 16. 18. 23. D. L. M. Y. Ald.". 125. ὥς κέ σ'] coni. Schaeferus, ὥς κεν vulg. μελίσδῃ] μελίσδεις 23., μελίσδης p. L. Ald.“, μελίσδεις vulg. η 126. ἀκουσαίμαν] 18. 23. L. M. Ald.“, ἀκουσαίμην 6. 16. D. Y. Ald. Iunt. Call., ἀκουσαίμιν De μελίσδεο 18. (superscr. αι) et 23. L M. Ald. Ald.". ἀλλ ̓ ἔτι] ἀλλ ̓ ἐπὶ vulg., ἀλλὰ ἐπὶ Ald. Call., και παρὰ 18. 23. Μ. Αld., καὶ πᾶσα L. 127. βουκολιάζευ] 18. 23. L. Μ., βωκολιάζει Αld., βουκολιάσδευ 18. sup. Ald. Iunt. Call., βωκολιάδεν D. Steph. vulg. 128. καί κείνα] 23. L., καὶ κεῖνα Ald.“., καὶ κείνη Ald. Iunt., καὶ κεῖνος p. et cod. Ursini, κἀκεί νη Call., κείνα sine καὶ 18. Μ., κείνη 6. 16. D. Y. Σικελὰ καὶ ἐν] Teucherus, σικελαῖς καὶ ἐν Iunt., σικελικὰ καὶ ἐν 18. Μ., σικελικὰ ἐν p. 23. L. Ald. ", σικελικαῖσιν ἐν s. 6. 16. 18. sup. D. (hie prius σε in ras. 3 literarum, alterum κ in ras. α. 130 130. μολπά] Ald.. Urs. vulg., μολπή Ald. Iunt. Call. 131. φορμίζοντι] 6. 16. 18. 23. D. L. M.Y. Antt. 132. και σε D. L. Ald.. Urs. πέμψει] 6. 23. D. L. M. Y. Ald. Ald. Call., πεμψεῖ Iunt. vulg. 133. συρίσδων] p. 18. 23. L. M. Ald. "., συρίσδεν 6. 16. D. Y. Ald. Iunt. Call. δυνάμην 6. 16. D. Y. Ald. Iunt. Call., δυναίμην p. πλουτῆι p. 18. 23. L. M. Ald. Ald.". κ ̓ αὐτὸς] Urs, καὐτὸς vulg., αὐτὸς Ald. ἀείδω 23. L. Ald. et superscr. oν 18. Μ., om. p. 5 10 Idyll. II. (Theocr. XX.) Βου κ 0 λί σ κ ο ς. Εὐνείκα μ ̓ ἐγέλασσε θέλοντά μιν ἡδὺ φιλῆσαι, μὴ τύγέ μευ κύσσῃς τὸ καλὸν στόμα μηδ' ἐν ὀνείροις. 5 καὶ κακὸν ἐξόσδεις. ἀπ ̓ ἐμεῦ φύγε, μή με μολύνῃς.“ 10 καί μ ̓ ἀπὸ τᾶς κεφαλᾶς ποτὶ τῷ πόδε συνεχὲς εἶδε Libri: 11. 18. M. Ald. Iunt. Call. Βουκολίσκος] Antt. et additis Δωρίδι διηγηματικόν Μ., Θεοκρίτου Β. 111, Θεοκρίτου διηγηματι κὸν βουκολικὸς δορίδι επ 1. Εὐνείκα] 18. Μ. et cod. APlan., Εὐνίκα AP. et vulg. μ' ἐγέλασσε] cod. Aplan., μ' ἐγέλαξε vulg. et AP., με γέλαξε 111. b – φιλῆσαι] cod. Apian., φιλᾶσαι vulg. et AP. b. 2. τόδ' ΑΡ. ἐμοῖο 18. M. Bas. I. 3. βουκόλος] ΑΡ., βωκόλος vulg. θέλεις κύσαι Μ., μ' ἐνες λεις κῦσαι Κ., μ' ἐθέλεις κύσαι Ars., κῦσαι Ald. Call. 4. ἀγροίκους ΑΡ. - ἀστικά] 111.. 18. Μ. ΑΡ., ἀστυκὰ vulg. 5. κύσσης] 18., κύσης vulg., κύσεις Μ. — ὀνείρως Μ. β. ὁπότ ̓ αὖ] ὁποῖα Ald. Call., σύ γ ̓ ὁποῖα 18. Μ., ὁπποῖα Iunt. TESTIMM. 1-4. Anth. Pal. post IX, 136. s. n. cum nota in marg. τοῦτο οὐκ ἐπιδεικτικόν, ἀλλὰ ἐρωτικόν. κακῶς οὖν ἐνταῦθα κεῖται. Antecedit Κύρου τοῦ μεγάλου ποιητοῦ fragmentum bucolicum. Iidem versus leguntur in codice Laurentiano Anthologiae Planudeae Plut. XXXI. nr. 28., Demetrii Chalcondylae et Ioannis Laurentii recensionem experto, post Cap. LXVIII, Ep. 4. secundum editionem Lectii. Bandinius, Theocriti non memor, primum versum exscripsit. Paroem. II. p. 419. ἔρρ ̓. ὀνείροις s. n. Arsen. 15 20 25 30 καὶ πολὺ τᾷ μορφᾷ θηλύνετο, και τι σεσαρός 20 20 καὶ σοβαρόν μ' ἐγέλασσεν. ἐμοὶ δ ̓ ἄφαρ ἔζεσεν αἷμα, 15 15. μ ̓ ἐγέλασσεν] μ ̓ ἐγέλαξεν Iunt. Call., μέγ' ἔλαξεν Ζ., μέγ ̓ ἔλεξεν 11. 18. Μ. Ald. 16. τώγεος Ald., τ ̓ ὦγεος Μ. – Ερσα] Steph. vulg., έρσα Iunt., ἕρσαι 111. M. Ald. Call., έρσας Mor. 21. ἡδὺς ἔουλος ] Graefius, &δύ τι κάλλος vulg. 23. κέχονται Antt. ante Steph., fundebantur Wins. 25. γλαυκᾶς] 11. 18. M. Iunt., caesiae Div., om. Ald. Call. 26. καί δέμας αὖ πακτᾶς] καὶ στόμα ἢ καὶ ὑπ ̓ ἀκτᾶς 11., καὶ στόμα καὶ ὑπ ̓ ἀκτᾶς Ald., καὶ στόμα δ ̓ αὖ πακτᾶς 18. Μ., τὸ στόμα καὶ πακτᾶς Iunt. Call. λιπαρώτερον] γλυκερώτερον vulg. 27. ἔρρεέ] (11.) Mor., ἔρρέ Ald. Iunt., ἔρρει 18. Μ. Call. μέλι κηρῶ] quidam teste Stephano, μέλι κηρῷ 18. corr., μελικήρω vulg. 25 30 IMITT. 24] Long. Past. IV, c. 13. λάμπουσι δὲ ὑπὸ ταῖς ὀφρύσιν οἱ ὀφθαλμοί. 35 40 45 οὐκ ἔγνω δ ̓, ὅτι Κύπρις ἐπ' ἀνέρι μήνατο βούτα ༣ 35 40 45 - ὁμά] conii. Is. Vossius et Reiskius, ἐμὰ Ald. Call., ἐμὰ 114, ἐμᾶ 114.5., ἔὰ 18., ἑὰ Μ., καὶ εἰστόμα Iunt. 40. βουκόλον] βωκόλον vulg. 41. ὄρνις] 11. 18. Μ., αὐτὸς Ald. Call., αὐτὸς Iunt., ἀετὸς Ζ. 42. Evveina] 18. pr. M., Evνίκα 18. sup. vulg. — μόνον] 111. b. 18. M. Ald. Iunt., μόνα Call. vulg. βουκόλον] βωκόλον vulg. ἐφίλησεν] ἐφίλασεν vulg. 43. ỷdè] K., άdè 18. M. Ald. Iunt., ἀδὲ 114, ὧδε 111», ἅτε Call. 44. μηδ ̓ ὦ] μηδ' & 18., μήδ ̓ ἁ Μ., μηδὲ 11., μὴ δὲ Αld., μὴ δὲ σὺ κύπρις 18. — Iunt. Call. μήτε] Iunt. Call., μηδὲ 11. 18. Μ., μὴ δὲ Ald. 45. μήτ'] Iunt. Call., μή δ' 111. b. M. Ald., μηδ' 114 18. φιλέοι et καθεύδοι] φιλέοις et καθεύδοις vulg. μούνη] K. Mor., μώνη 5. vulg. IMITT. 34 seqq.] Long. Past. IV, c. 13. βουκόλος ἦν ̓Αγχίσης, καὶ ἔσχεν αὐτὸν ̓Αφροδίτη ποιμὴν ἦν Γανυμήδης, καὶ αὐτὸν ὁ Ζεὺς ήρπασε. Nonn. XV, 280. καὶ Διὸς οἰνοχόος πέλε βουκόλος κολέοντι σὺν Ενδυμίωνι Σελήνην. βου |