Billeder på siden
PDF
ePub

5

[blocks in formation]

Αδύ τι τὸ ψιθύρισμα καὶ ἡ πίτυς αἰπόλε τήνα
ἁ ποτὶ ταῖς παγαῖσι μελίσδεται, ἡδὺ δὲ καὶ τύ
συρίσδες· μετὰ Πᾶνα τὸ δεύτερον ἆθλον ἀποισῇ.
αἴκα τῆνος ἕλῃ κεραὸν τράγον, αἶγα τὸ λαψῇ·
αἴκα δ' εἶγα λάβῃ τῆνος γέρας, εἰς τὲ καταρρεῖ
χίμαρος· χιμάρῳ δὲ καλὸν κρέας, ἕστέ κ' ἀμέλξης.

ΑΙΠΟΛΟΣ.

Αδιον ὦ ποιμὴν τὸ τεὸν μέλος, ἢ τὸ καταχές
τῆν ἀπὸ τῆς πέτρας καταλείβεται ὑψόθεν ὕδωρ.

VARIA LECTIO.

Libri: k. a. p. s. ν.* 6. 16. D. M. P. Q. Y. Med. Ald. Iunt. Call. Θύρσις ἢ Ὠιδή] Iunt. Hypoth. et vulg., praemisso Θεοκρίτου Med. Ald. Call., Θύρσις p., Aepolus Philet. Pro personarum nominibus in 16. ubique praefixa Θύρσις ποιμήν et Μένακος (i. e. Μενάλκας) αἰπόλος.

2. & ποτί] conj. Stephanus, cf. Scholl. et Testimm., ἃ ποτὶ vulg.

3. τυρίσδες s. 6. Call.
5. εἰς] Apollon., ἐs vulg.

5

6. χιμάρω κ. pl. 6. 16. Med. Call. · κρέας] Heinsius, κρῆς libri. ἕστέ κ] ἕστε κ' pa. Q. Med. Ald. Call. et tae. Ziegl., ἔστε κ' vulg., ἔστέ κ' Comm., ἐς τέ κ' 16., ἔστ ̓ ἂν ἀμέλξης ν. 1. in Scholl. ἀμελξῆς k. p. D., ἀμέλξῆς v. Call., ἀμέλξεις 6. 7. ποιμὴν] ποιμὰν vulg.

[ocr errors]

TESTIMM. 1. Hermog. π. ίδ. II, c. 3 in Rhett. III. p. 306. Choerob. ad Theod. 326, 3. Suid. s. vv. ἁδύ, & πίτυς, τήνα, ψιθυρίζει. Hort. Ad. fol. 209. Α. et Scholl. Arist. Nub. 1007. ἁδύ τι τὸ ψ. 1. 2. Terent. Maur. p. 2430. s. n. Dulce tibi pinus submurmurat, en tibi pastor, proxima fonticulis, et tu quoque dulcia pangis. 2. 3. EtM. 412, 3. ä μελ. Choerob. ad Theod. 496, 3. 497, 8. (Ann. Oxx. IV, 412, 5. Ann. Bekk. 1282) ἁδὺ δὲ καὶ τὸ συρίσδες, cf. Ann. Oxx. IV, 171, 18. Greg. S. 49. in cod. C. μετά — ἀποισῇ. 4. Greg. S. 49. in cod. Voss. 5. Apollon. de pr. 106. C. εἰς τὸ καταρρεί.

IMITT. 1] Anon. in EtM. 819 in. ἡδύ τι τὸ ψιθύρισμα τῶν δένδρων ἀκούετο. 3] Long. II, c. 13. μόνου τοῦ Πανὸς δεύτερα συρίσας. 5] Bion. I, 51. ἐς σὲ καταρρεῖ.

10

15

20

αἴκα ταὶ Μοΐσαι τὴν οἰίδα δῶρον ἄγωνται,
ἄρνα τὺ σακίταν λαψῇ γέρας· αἱ δέ κ' ἀρέσκῃ
τήνας ἄρνα λαβεῖν, τὸ δὲ τὸν ὄϊν ὕστερον ἑξεῖς.

ΘΥΡΣΙΣ.

Λῇς ποτὶ τῶν Νυμφᾶν, λῇς αἰπόλε τεῖδε καθίξας
συρίσδεν; τὰς δ' αἶγας ἐγὼν ἐν τῷδε νομευσῶ.
ΛΙΠΟΛΟΣ.

Οὐ θέμις ὦ ποιμὴν τὸ μεσαμβρινόν, οὐ θέμις ἇμιν
συρίσδεν. τὸν Πᾶνα δεδοίκαμες· ἦ γὰρ ἀπ ̓ ἄγρας
τανίκα κεκμακὼς ἀμπαύεται· ἔστι δὲ πικρός,
καί οἱ ἀεὶ δριμεῖα χολὰ ποτὶ ῥῖνα κάθηται.
ἀλλὰ τὸ γὰρ δὴ Θύρσι τὰ Δάφνιδος ἄλγε ἀείδες
καὶ τᾶς βουκολικᾶς ἐπὶ τὸ πλέον ἵκεο μοίσας,
δεῦρ' ὑπὸ τὴν πτελέαν ἑσδώμεθα, τῶ τε Ποιήπω

ὡς τὸ κάταντες τοῦτο γεώλοφον αἵ τε μυρίκαι,

9. Μοΐσαι] k. a. 6. Db, μῶσαι p. Ds. vulg. οἰίδα] οἴδα vulg., οἴδα . νι·, ἔϊδα p. 6. D. Q5, ὀΐαδ ̓ μ', ὤιδα Ρ.

[ocr errors]

10. σὺ k. Db. αἴκα δ ̓ ἀρέσκῃ

fortasse recte.

11. τήνας] p5. C. P. et edit. Farr., τήναις vulg. τὰ δὴ τὰν μ2. 5. ἑξεῖς] ἀξεις p. 16. D. M. P. Y. Med. Ald. Iunt., ἀξῆς k. a. Q. Call., ἀξῆς s6·, ἀξῇ ν. 6., cf. Scholl. τὰ δευτερεῖα τῶν Μουσῶν ἕξεις. Verba τὴν ὄϊν ὕστερον gravius corrupta videntur, nescio an ex τὰν ἁδύχροον, cf. GIM.P. τὴν ἀμνάδα. 12. τειδε] Qb. pr. τῆδε a. p. 6. 16. Μ5. Q5 Antt., τῇδε D. P. 3. Y. SchCall., τώδε Κ. sec.

[blocks in formation]
[blocks in formation]

15. συρίσδειν Stob., τυρίσδεν a. s. 6. Call.

16. κεκμηκὼς k. p. 6. ἔστι δὲ] Stob. (V. et vulg.), ἔντι δὲ 55. et Stobaei 4 codd. ap. Schow., ἐντὶ δὲ a. 6. Ρ5., ἐντί γε vulg., ἐν τίγε 16.

17. ἐπὶ pro ποτὶ 6. γρ. — ῥινα] Stob., ῥινὶ vulg.

18. n om. p. D5. pr. (add. Da) Q., γάρ ποτε pro γὰρ δὴ s. 6. sec. mg. ἄλγε ̓ ἀείδες] ἄλγε ̓ ἀεῖδες Q5. (cf. Gl23. τὴν ἐπὶ τῷ Δέλφιδι συμφορὰν ἄδεις), ἄλγε ̓ ἄειδες a. p. s. 6. Call., ἄλγε ειδες k. (ubi super et aliquid erasum), ἄλγεα εἶδες Iunt., ἄλγε ̓ ἄειδε 16. D5. Μ5. Ps. γ. Ald., ἄλγε ἄξιδε Med., ἄλγε ̓ ἀείδοις ν. 1. in Gl3. Triplex lectio ἄλγε ἄειδες, ἄλγε ̓ ἄειδε εἰ ἄλγεα εἶδες in Sch Call, commemoratur.

19. βουκολικᾶς] a. 6. 16. D5. Υ., τὰς βουκολικὰς Ο., βωκολικᾶς Db. vulg. μοίσας] k. a. 6. 16. Db. Μ. Ρ. Υ., μώσας v. D. Call. vulg., μώσης Med. Ald. Iunt.

TESTIMM. 12. Scholl. Callim. h. Dian. 19. Choerob. ad Theod. 173, 3. λῆς — αἰπόλε. 14-17. Stob. Flor. XX, 23. (om. A.)

IMITT. 15] Anth. Plan. 227. χώ ποιμὴν ἐν ὄρεσσι μεσαμβρινὸν ἀγ χόθι παγᾶς συρίσδει. 18] Virg. Ecl. V, 10. incipe Mopse prior, si quos aut Phyllidis ignes aut Alconis habes laudes aut jurgia Codri.

[blocks in formation]

καὶ τῶν Κρανιάδων κατεναντίον, απερ ὁ θῶκος
τῆνος ὁ ποιμενικὸς καὶ ταὶ δρύες. αἱ δέ κ' ἀείσῃς,
ὡς ὅκα τὸν Λιβύαθε ποτὶ Χρόμιν ᾆσας ἐρίσδων,
αἶγα δέ τοι δωσῶ διδυματόκον ἐς τρὶς ἀμέλξαι,
ἃ δύ ̓ ἔχοισ ̓ ἐρίφως ποταμέλγεται ἐς δύο πέλλας,
καὶ βαθὺ κισσύβιον κεκλυσμένον ἁδέν κηρῷ,
ἀμφῶες νεοτευχές, ἔτι γλυφάνοιο ποτόσδον.
τῷ περὶ μὲν χείλη μαρύεται ὑψόσε κισσός,
κισσὸς ἑλιχρύσῳ κεκομημένος· ἃ δὲ κατ' αὐτό
καρπῶ ἕλιξ ελεῖται ἀγαλλομένα κροκόεντι.
ἔντοσθεν δὲ γυνά, τὶ θεῶν δαίδαλμα τέτυκται,
ἀσκητὰ πέπλῳ τε καὶ ἄμπυκι. πὰρ δέ οἱ ἄνδρες
καλὸν ἐπειράζοντες ἀμοιβαδὶς ἄλλοθεν ἄλλος

21. tαv] (k.) D5. P. Q. Mor., tôv a. p. v. 6. 16. M. Y. Antt. Κρανιάδων] ν. 16. Μ. corr. Y. Med. Iunt. Call., κρανιΐδων Αld., κραναϊδῶν 6., κρανίδων k. a. p. s. D. mg. M. pr., κρανιάδαν Da. Steph., κρανιΐδων Mor., κρανίδαν D. Ρ., κρανιδᾶν Β., κρινηδᾶν Q. Poëta potius Κραναιᾶν scripsisse videtur. cf. Scholl. ὦπερ 6.

22. ποιμενικός] v. 16. D5. M5. P5. Qs Ys. Iunt., πωμενικὸς p. Db. (k. a. 6.). Med. Ald. Call. ἀεισῆς Κ. D., ἀεἰσῆς Call.

23. as onα] k. 6. Db. P., ös őna Iunt., ὡς ποκα k. sup. ὥς ποκα 6. sup. D. Steph. vulg., ὡς πόκα 16. Med. Ald., ὡς πόκα Call. πρὸς τὸν ἐκ λιβύης χρόμιν ήσας superscripta vulgata 6. (ὡς ὅκα τὸν λιβύαθεν ποτὶ χρόμιν ν. 1. in G161), λιβύωθε k. D.

24. αἶγα δέ] κ. a., αἶγα τέ Med. Ald. Call., αἶγά τε vulg., in 6. sec., αἶγά νυ s.

τε

[blocks in formation]

25. ποταμέλγεται] Ρ., ποτ' ἀμέλγεται Κ., ποταμέλξεται vulg., ξ in 6. a sec. man., cf. Scholl. δύο πέλλας πίμπλησι.

26. κηρῷ] κηρῶ 55, καρῷ vulg. 27. δρεπάνοιο v. l. in Gl3. 28. τω] k4. a. p. Db. Ps. Call., τῷ k2. s. 6. Μs. Ald. Iunt., τοῦ ν. 16. D. Q. Y. Med. περί] p. 16. D. M5. P5. Q5. Y5. Med. Ald. Call., ποτὲ k. a. s. 6. Db. Iunt. ὑψόθε] Iunt., ὑψόθι vulg.

29. ἐλιχρύσω 55. Call. Ε.Μ. κεκομημένος] Heckerus, κεκολλημévos EtM. in codd. D. P. V. (cf. Gl3. συμπεπλεγμένος), κεκονιμένος p. v. 16. Μ. Ρ. Υ., κεκονισμένος κ. a. 6. D. Q. Antt. EtG. et vulgo in αὐτό] αὐτόν vulg.

31. γυνά, τί] Mor. vulg., γυνά, τι ν. 1. in SchCall., γυνά τι Μ. pr. Q5. Iam. et tae. Ziegl., γυνά τις a. sec. v. 16. M. corr. P. Y. Antt.

33. ἀμοιβαδὸν ἄλλος ἐπ ̓ ἄλλῳ Ρ.,

nescio an recte.

27.

TESTIMM. 20. Scholl. Dion. 576. Πρίαπος παρὰ Θεοκρίτῳ ὁ αὐτὸς εἶναι λέγεται sc. τῷ Διονύσῳ (ita potius in Scholl. ad h. v.). Mar. Vict. III, 8, 2 p. 157. EtOr. 31, 13. EtM. 639, 2. Phav. Ecl. 327, 4 et corrupte EtM. 93, 21. ἀμφ. νεοτ. Herod. π. μ. λ. p. Ε.Μ. 235, 16. γλύφανον. 29. EtM. 330,

14. corrupte ἀμφ.

34. EtG. 27, 23. κισσός κεκ. Scholl. Nic. Th. 625 ἑλίχρυσον.

IMITT. 25] Virg. Ecl. III, 30. bis venit ad mulctram, binos alit ubere fetus. 28. 29] Nonn. Dion. XIX, 128. τοῦ περὶ χείλεος ἄκρον ἐπ' ἀμπελόεντι κορύμβῳ | κισσὸς ἑλιχρύσοισ πέριξ δαιδάλλετο κόσμῳ. Virg. Ecl. III, 39. lenta quibus facili torno superaddita vitis | diffusos hedera vestit pallente corymbos.

35

40

45

50

νεικείουσ ̓ ἐπέεσσι. τὰ δ ̓ οὐ φρενὸς ἅπτεται αὐτῆς· 35
ἀλλ' ὅκα μὲν τῆνον ποτιδέρκεται ἄνδρα γελᾶσα,
ἄλλοκα δ ̓ αὖ ποτὶ τὸν ῥιπτεῖ νόον. οἳ δ ̓ ὑπ ̓ ἔρωτος
δηθὰ κυλοιδιόωντες ἐτώσια μοχθίζοντι.

τὼς δὲ μετὰ γριπεύς τε γέρων πέτρα τε τέτυκται
λεπράς, ἐφ ̓ ᾧ σπεύδων μέγα δίκτυον ἐς βόλον ἕλκει
ὁ πρέσβυς, κάμνοντι τὸ καρτερὸν ἀνδρὶ ἐοικώς.
φαίης κα γυίων νιν ὅσον σθένος ἐλλοπιεύειν·
ὧδέ οἱ ᾠδήκαντι κατ' αὐχένα πάντοθεν ἶνες
καὶ πολιῷ περ ἐόντι, τὸ δὲ σθένος ἄξιον ἅβας.
τυτθὸν δ ̓ ὅσσον ἄπωθεν ἁλιτούτοιο γέροντος
πυρραίαις σταφυλαῖσι καλὸν βέβριθεν ἀλωά,
τὴν ὀλίγος τις κώρος ἐφ' αἱμασιαῖσι φυλάσσει
ἥμενος· ἀμφὶ δέ νιν δύ ̓ ἀλώπεκες, ἃ μὲν ἀν' ὄρχως
φοιτῇ σινομένα τὰν τρώξιμον, ἃ δ ̓ ἐπὶ πήρα
πάντα δόλον κεύθοισα τὸ παιδίον οὐ πρὶν ἀνησεῖν
φατὶ πρὶν ἢ ἀκράτιστον ἐπὶ ξηροῖσι καθίξῃ.

35. ἀλλ ̓ ὅκα] pa. va (hic sphalmate pro w. nominari videtur, quo omisso ibidem ex eodem v. ἄλλοκα affertur), ἄλλοκα 16. D. M. P. Q. Y. vulg. ποτὶ δέρκεται Med. Ald. γελᾶσα] p., γελοῖσα k. a. Db. Iunt., γελεῦσα Μ5. Ρ. Q. Med. Ald. Call., γελώσα ν. 6. 16. D. Y.

-

[ocr errors]

36. ῥιπτῆ a.

37. κυλοιδιόοντες 16. Υ.

38. τὼς δὲ] Dittrich - Fabricius, τοῖς δὲ Brub. vulg., τοῖσδε 16. Antt. μετὰ] Cam. EtG., μέτα vulg., μεταγριπες 55. τε post πέτρα om. D. pr. (add. Db.), καὶ πέτρα τέτυκται S. 6.

[ocr errors]

40. κάμνοντί τω καρτερώ k4, τῶ καρτερώ superscr. ead. τὸ et ov a, τῷ κρατερῷ k2. a., τῶ καρτερὸν ρ. 41. κα] καὶ Ρ., κε 55, κεν vulg. 42. αἱ δέ οἱ p. Call. et v. l. in G13. 43. ἥβας 55. 16. (hic adscripto α). et lCall.

40

45

50

45. πυρραίαις] πυρναίαις vulg., ef. Scholl. πυρσαϊς et GIEN. πυραῖς i. e. πυρραίς. — ἀλω ά] 16. Call. et tac. Ziegl., ἁλωὰ vulg.

46. κούρος a. 6. P. SchApoll. Μοschop.

47. νιν] Ziegl. e coni., μιν vulg. ὄρχους p. 16. Y. Αld. Post ἀλώπεκες comma in Ald. Iunt., Co lon in Call.

48. φοιτῇ] p. Μ5. Iunt. Comm. vulg., φοιτᾷ k. a. D. P5. Q5. Med. Ald. Call. πήρα] k. a. p. v. 6. 16. D. M. P. pr. Y. Comm., πήραν P. corr. Q. Antt.

[ocr errors]

49. κεύθοισα] y. 1. in Scholl., τεύχοισα vulg. ἀνησειν] ἀνήσειν a. p. s. v. 6. D5. Q5. Iunt., ἀνήσι Ρ5, ἀνήσσειν V. sup., ἀνάσειν 16. Db. M. Med. Αld., ἀνάσσειν Κ. Υ. Call., ἀνασείν Brunck.

50. ἢ κράτιστον p. - καθίξη] k. ν. 16. Υ., ita vel καθιξῇ 2,

TESTIMM. 37. Scholl. Arist. Lys. 472. et Suid. s. v. κυλοιδιόων (olim etiam s. v. κοιλιδιᾶν): δῆθα κ. 38. Mar. Vict. III, 8, 2 p. 157 (καὶ πέτρα τετ., Parisini tamen corruptelis veram lectionem prodentibus). EtG. 129, 55. τοῖς δὲ μετὰ γριπεῦσι.

rec. Apoll. I, 959. Moschop. π. σχ. ρ. 209.

46. Scholl.

IMITT. 49. 50] Tryphiod. 221. ἐπὶ Τρώεσσι δόλον καὶ πήματα κεύθων.

« ForrigeFortsæt »